Συμβουλευτική Σχέσεων
Σεξουαλικότητα
Ο άνθρωπος είναι φύσει ερωτικό πλάσμα.
Περί σεξουαλικότητας
Η ψυχολογία της σεξουαλικότητας
Η σεξουαλικότητα θεωρούνταν πάντα ως πηγή ευχαρίστησης και χαράς αλλά διασυνδέονταν, παράλληλα, και με αισθήματα ενοχής και ντροπής. Αν και η βιολογική βάση της σεξουαλικότητας είναι η ίδια για όλους τους ανθρώπους και αποτελεί μια απόλυτα φυσική ανάγκη, ο τρόπος που αντιμετωπίζονταν -αλλά και που εκφράζονταν- είχε πάντα μια έντονα πολιτισμική χροιά και άμεση σχέση με την εκάστοτε επικρατούσα άποψη για τα δύο φύλα, αλλά και με θρησκευτικά κίνητρα.
Τα θεμέλια των διαφόρων μορφών ή αποχρώσεων που θα πάρει η σεξουαλικότητά μας μπαίνουν από τη βρεφική μας κιόλας ηλικία. Το είδος της φροντίδας που τύχαμε, η ποιότητα της σωματικής επαφής που λάβαμε και η στάση του άμεσου περίγυρού μας απέναντι στο σώμα μας και στις διάφορες λειτουργίες του διαμορφώνουν ανάλογα και την προσωπική στάση του καθενός μας απέναντι σε αυτό, στις διάφορες ανάγκες του και στον τρόπο που εκφράζουμε -σωματικά- συναισθήματα και ανάγκες.
Θα αγαπήσουμε το σώμα μας και οτιδήποτε έχει να κάνει με αυτό, αν το τελευταίο έχει γίνει αποδέκτης άδολης και ανυστερόβουλης φροντίδας και αγάπης. Αν συμβεί το αντίθετο, είτε διαμέσου ανεπαρκούς/κακής φροντίδας είτε διαμέσου υστερόβουλης χρησιμοποίησής του από τον άμεσο περίγυρο (π.χ. σεξουαλική κακοποίηση), τότε το άτομο, ως ενήλικας, ούτε το σώμα του θα αγαπήσει ούτε και την οποιαδήποτε έκφραση της σεξουαλικότητάς του θα βιώνει με τρόπο που να χαρακτηρίζεται από τρυφερότητα, αμοιβαιότητα και χαλαρότητα.
Σεξουαλικότητα
Η συμβολή της σεξουαλικότητας στη διαμόρφωση της προσωπικής ταυτότητας
Η σεξουαλικότητα, ως αναπόσπαστο μέρος της φύσης μας και ανεξάρτητα από τους εκάστοτε τρόπους έκφρασής της, μας ακολουθεί -θέλουμε, δεν θέλουμε- σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, άλλοτε ως δυνατότητα και άλλοτε ως πρόβλημα. Η σεξουαλικότητα προσδίδει στον καθένα μας μία ταυτότητα, τη σεξουαλική ταυτότητα που, με τη σειρά της, επηρεάζει και καθορίζει τη γενικότερη ατομική μας ταυτότητα. Επίσης, ενδυναμώνει τους κοινωνικούς μας δεσμούς και καθορίζει τις σχέσεις μας, από τη στιγμή που το σεξ είναι μία από τις σημαντικότερες επιβεβαιώσεις μιας ουσιαστικής κυρίως σχέσης, καθώς σημαίνει -πλην των όσων άλλων- αποδοχή, εγγύτητα και μοίρασμα συναισθημάτων.
Για το λόγο αυτό, όταν η σεξουαλική μας ζωή δυσλειτουργεί, πλήττεται και απειλείται θεμελιακά ολόκληρη η ταυτότητα και η εικόνα του εαυτού μας, εξαιτίας του φόβου απώλειας της εγγύτητας, της αποδοχής, της επάρκειας και, εντέλει, της αγάπης που ο καθένας μας τόση ανάγκη έχει για να νιώθει και να λειτουργεί ισορροπημένα και δημιουργικά. Όταν ο φόβος αυτός είναι έντονος, οδηγεί αναπόφευκτα στην απόσυρση και αποφυγή κάθε είδους σεξουαλικής προσέγγισης που, με τη σειρά της, ενδυναμώνει το φόβο απόρριψης από τον Άλλον. Έτσι, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που αναπαράγει, ανακυκλώνει και ενισχύει το πρόβλημα.
Το μέγεθος της σημασίας της σεξουαλικότητας στην ταυτότητα και στην εικόνα του εαυτού μας διαφαίνεται και από τα αποτελέσματα πολλών ερευνών που δείχνουν πως οι περισσότεροι άνθρωποι εστιάζονται πολύ στην ικανοποίηση των ερωτικών τους συντρόφων. Όταν είμαστε βέβαιοι πως ο/η σύντροφός μας βιώνει ικανοποίηση, αυτό ενισχύει την αίσθηση επάρκειας και άρα την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθησή μας. Υπάρχουν, όμως, και άτομα -κυρίως άνδρες- στα οποία ο φόβος της αποτυχίας επαρκούς ερωτικής τους ανταπόκρισης μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη στυτική τους ικανότητα.
Σεξουαλικότητα
Διακυμάνσεις της σεξουαλικότητας
Η ερωτική μας επιθυμία δεν είναι σταθερή σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Προβλήματα σχέσης, υγείας, κόπωσης, εργασίας, οικονομίας κ.τ.λ. μας επηρεάζουν φυσικά και ψυχικά και -κατ΄επέκταση- τις αντοχές, την επιθυμία και την ικανότητά μας για μοίρασμα ερωτικής ευχαρίστησης. Σταθερή δεν παραμένει, επίσης, και η επιθυμία προς τον ίδιο σύντροφο. Αυτό, όμως, δεν αποτελεί απαραίτητα πρόβλημα και μπορεί να αποκατασταθεί, αν υπάρχει αμοιβαία κατανόηση και αποδοχή πως η κάθε σχέση, όπως και η ζωή, έχει τα σκαμπανεβάσματά της.
Αυτό που, συνήθως, βιώνουμε και συναντούμε καθημερινά στη ζωή, στα Μ.Μ.Ε. και στο «μαγικό» κόσμο της διαφήμισης είναι ο τρόπος παρουσίασης της σεξουαλικότητας, των επιθυμιών και της ελκυστικότητας των νέων και υγειών ατόμων. Όμως, η σεξουαλικότητα, η χαρά και η επιθυμία για εγγύτητα δεν εξαρτώνται απαραίτητα από τη βιολογική μας ηλικία. Η σεξουαλική ευχαρίστηση μπορεί να έχει διαφορετική μορφή στις διάφορες ηλικίες, όμως, η νοσταλγία και η επιθυμία διαρκούν όσο και η ίδια η ζωή, ακόμα και σε περιόδους ασθένειας και πένθους. Η ερωτική ζωή, στη διάρκεια της «τρίτης ηλικίας», μπορεί να είναι το ίδιο συναρπαστική όσο και στα νεανικά χρόνια, έστω και με διαφορετικό, συχνά, τρόπο.
Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που προτιμούν να ζουν, για μικρότερες ή μεγαλύτερες περιόδους της ζωής τους, και για διάφορους λόγους ο καθένας, δίχως κάποιου είδους ερωτική ζωή με το/τη σύντροφό τους. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως η σεξουαλικότητα έχει πάψει να παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή τους. Η σεξουαλικότητα δεν είναι απλά το σύνολο συγκεκριμένων πράξεών μας αλλά η ενέργεια που μας οδηγεί στην αναζήτηση επαφής, αγάπης, τρυφερότητας και εγγύτητας.
Η ερωτική επιθυμία μπορεί να ατονήσει ή να χαθεί εξαιτίας προβλημάτων υγείας αλλά και χωρίς την ύπαρξη αυτών. Στην περίπτωση αυτή, είναι σημαντική η αναζήτηση εξειδικευμένης βοήθειας -αν η περαιτέρω πληροφόρηση ή οι όποιες προσωπικές προσπάθειες αποτύχουν ή δεν επαρκέσουν- ώστε να αποκατασταθεί το υπάρχον πρόβλημα. Σήμερα, η επιστήμη διαθέτει πολλά όπλα για την αντιμετώπιση προβλημάτων που σχετίζονται με την ερωτική λειτουργία του ανθρώπου. Επειδή, όμως, τέτοιου είδους προβλήματα συχνά δεν αναφέρονται ή δεν διερευνώνται επαρκώς, η ευθύνη μετατίθεται αυτόματα στον ίδιο τον παθόντα που έχει κάθε δικαίωμα και λόγο να ζητήσει την απαραίτητη βοήθεια χωρίς χρονοτριβή.
Πηγή¨Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής
Κλινικός Ψυχολόγος Πανεπιστημίου Στοκχόλμης –
Διπλωματούχος Ψυχοθεραπευτής Βασιλικού Ιατροχειρουργικού Ινστιτούτου Karolinska Στοκχόλμης
Σεξουαλικότητα
Ψυχοθεραπεία, σεξουαλικότητα και ενοχή
Σήμερα η 26 χρονη Μαρία που αφηγήθηκε μια πρόσφατη εμπειρία της. Σχετίζεται με την σεξουαλική της ζωή:
«Μόλις το περασμένο καλοκαίρι επέτρεψα στον εαυτό μου να βιώσει τον οργασμό με τον τωρινό μου σύντροφο. Ήταν για μένα κάτι το πρωτόγνωρο. Φώναζα από έκσταση και χαρά. Πριν απ αυτό, θυμάμαι πάντα τον εαυτό μου σφιγμένο και απρόθυμο να αδράξει ανένοχα την χαρά της ζωής.
Πριν από λίγες μέρες, καθώς ένιωσα την ώρα που διάβαζα σεξουαλικά ερεθισμένη, δοκίμασα για πρώτη φορά μόνη μιου να αυνανιστώ. Την ώρα που αυνανιζόμουν πέρασαν από μπροστά μου πλήθος σχετικές κι άσχετες –φαινομενικά- εικόνες: προηγούμενες μου σχέσεις, τοπία της φύσης, σκηνές της καθημερινότητας, συγκεκριμένες ερωτικές σκηνές από πράξεις με τον παρόντα σύντροφο μου.
Απ’ τη μια, με έλκυε πολύ η προσμονή της ερωτικής ευχαρίστησης, κι απ’ την άλλη, έπιασα τον εαυτό μου να αντιστέκεται να αφεθεί στην μεστή μου επιθυμία. Μοιάζει παράδοξο: να ταλαντεύομαι ανάμεσα στην ανάγκη μου να ενδώσω στην αυτοερωτική ηδονή και στην τάση μου να ελέγχω τα συναισθήματά μου… Τελικά, έφτασα σε οργασμό. Ήταν παράξενο. Απ΄την μια, ένιωθα την ηρεμία της απόλαυσης, κι απ’ την άλλη, την μοναξιά που σου αφήνει η αίσθηση μιας απουσίας… λες και ήθελα η κορύφωση να με βρει στην αγκαλιά του συντρόφου μου…».
Η Μαρία μεγάλωσε –και ακόμα συμβιώνει- σε μια παραδοσιακή ελληνική οικογένεια, με μια μητέρα, πιστή θρησκευόμενη χριστιανή, που αποφεύγει τις συνασθηματικές διαχύσεις προς τα παιδιά της και τον άντρα της. Η Μαρία ανακαλεί επανειλλημμένα στις αφηγήσεις της την απουσία τρυφερών σωματικών στιγμών ανάμεσα σε κείνη και την μητέρα της. Μια σύζυγος «του καθήκοντος». Όλα τα κάνει από υποχρέωση. Υπιτιμάει τον σύζυγό της και τις ανάγκες της μκρής της κόρης για εγγύτητα. Μια γυναίκα που –από πάντα- φοβάται να αφεθεί στις συνασθηματικές της παρορμήσεις. Ο έρωτας ως στάση και απόφαση ζωής απουσιάζει παντελώς από το ρεπερτόριο των επιλογών της. Ο ρόλος της ως μητέρας μοιάζει να πραγματώνεται μέσα από την εμφύσηση στα παιδιά της –κυρίως στην κόρης της- της «καθηκοντολαγνείας», της απαξίωσης της αυθόρμητης χαράς και των συνασθηματικών παρορμήσεων στην καθημερινότητα των σχέσεων.
Ο πατέρας της Μαρίας περιγράφεται ως ένας άντρας που, βιώνοντας τον εαυτό του σαν «παρακατιανό» κι ελλειματικό συγκρινόμενος με την σύζυγό του, καταφεύγει στον ρόλο του «αδικημένου παιδιού» της οικογένειας, προκαλώντας στα παιδιά του θυμό, εντάσεις, και καταπίεση.
Είναι σύνηθες η ασυνείδητη αμφιθυμία & η επίκριση των γονέων απέναντι στον δικό τους ερωτισμό να μεταβιβάζεται ως ανεπεξέργαστη πληροφορία και στάση ζωής στα παιδιά τους. Τα παιδιά την εσωτερικεύουν και την αναπαράγουν ως ύστατη προσπάθεια -μοιάζοντας εσωτερικά με τους γονείς τους- να αναπληρώσουν το βαθύ ψυχικό κενό που μέσα τους έχει δημιουργήσει η απουσία συναισθηματικής εγγύτητας με τους γονείς στα πρώιμα χρόνια της σχέσης τους.
Πολύ συχνά επίσης μέσα σε ένα ζευγάρι η επιλογή της αυτοαπαξίωσης χρησιμοποιεί τον έταιρο της σχέσης ως έναυσμα απενοχοποίησης της ασυνείδητης πρόθεσης για αυτοκαταστροφή. Κι αυτή προαποφασισμένη ασυνείδητα από σχεσιακές πληγές που ποτέ δεν έγιναν αντικείμενο ψυχοθεραπευτικής επεξεργασίας.
Όταν η ανάγκη για έλεγχο του εαυτού και των συναισθημάτων των άλλων δεν διοχετεύεται στην σεξουαλικότητα, πολύ συχνά μεταστρέφεται σε χρόνια δυσθυμία, επιθετικότητα και κατάθλιψη.
Κατάθλιψη κι ανηδονία που η επόμενη γενιά, εως ότου την αντιμετωπίσει ψυχοθεραπευτικά, την φέρει ως έμβλημα μιας συγγένειας στην ουσία της ανολοκλήρωτης, γι αυτό τραυματικής.
Σήμερα στην περίπτωση της Μαρίας, η ψυχοθεραπεία, η αυτοαποδοχή και η ανένοχη χαρά πιάνονται χέρι χέρι. Ο εσωτερικός πειραματισμός της Μαρίας με στοίχημα την ψυχική της ολοκλήρωση αγγίζει τον πρώτο του σκαλοπάτι, που είναι η αποδοχή του δικαιώματος στην χαρά της ηδονής. Οι χορτασμένες από την οδύνη μνήμες δίνουν την σκυτάλη στο δικαίωμα της σωματικής ηδονής. Οι εφηβικές τις ανάγκες σήμερα, μεταχρονολογημένα, αλλά ταυτόχρονα στην κατάλληλη στιγμή, αρχίζουν να βγαίνουν στο φως του ήλιου της επίγνωσης και να ικανοποιούνται.
Ο αυτοερωτισμός δεν είναι όνειδος, ούτε κατάρα, όπως λένε κάποιοι που έκαναν την ενοχικότητα τους καραμέλα αυτοδικαίωσης, τον τρόμο τους μπρος στην ευχαρίστηση ασπίδα ηθικής περιφρούρησης του εγώ τους.
Ο άνθρωπος είναι φύσει ερωτικό πλάσμα.
Χρειάζεται, ως αναγκαία προϋπόθεση ολοκλήρωσης, να συνδεθεί με την εσωτερική ερωτική του διάσταση για να βεβαιωθεί κι ενδοψυχικά πως έχει εκείνες τις προσλαμβάνουσες που του χρειάζονται για να διευρυνθεί ψυχικά και υπαρξιακά.
Ο αυνανισμός είναι μια αρχική απόπειρα να προσεγγίσει κανείς την σεξουαλικότητά του, να την ανιχνεύσει και να «κατοχυρώσει» την ταυτότητά του ως εν ενεργεία ερωτικό ον, κι αργότερα ως εταίρος της διαπροσωπικής σχέσης.
Η σεξουαλικότητα είναι βέβαια μόνο μια -αν και βασική και σημαντική- απ’ τις παραφυάδες των υπαρξιακών δυνατοτήτων του ερωτικού ανθρώπου. Η κυρίαρχη και πιο γειωμένη του διάσταση.
Ο αυνανισμός είναι μια αφορμή σύνδεσης με την πυρηνική ενέργεια της ψυχής που συνήθως στην πρώιμη φάση της εξέλιξής της θέλει να ανακαλύψει τις προοπτικές της.
Μόνο συναντώντας κανείς το σώμα του σαν πηγή ανένοχης ευχαρίστησης, θα μπορέσει -αν αυτό χρειάζεται ψυχικά- να το υπερβεί. Να το κάνει σκαλοπάτι μέσα από το οποίο, σε μεταγενέστερη φάση, θα κατεβεί στο υπόγειο της ψυχής για να συναντήσει σκιές, να αποκρυπτογραφήσει βιωματικά το δίπολο «ηδονή-οδύνη», να βρεθεί με το σύνολο του υπαρξιακά κομματιασμένου του εαυτού.
Η ανακάλυψη του αυτοερωτισμού και το ολόθερμο αγκάλιασμα της σεξουαλικότητας ως βασική πηγή ψυχοσωματικής ευχαρίστησης είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για την υπέρβαση της ανάγκης να παραμείνει κανείς φοβικά εγκλεισμένος στον εαυτό του. Αφού ζήσει τις -φυσικά κι αναμενόμενα- μοναχικές εκδοχές της ερωτικής διάθεσης, να θελήσει να τις αφήσει πίσω για να προχωρήσει στο δημιουργικό και περίπλοκο αλισβερίσι των κατ’ ουσίαν σχέσεων.
Είναι η πύλη απ’ την οποία θα περάσει αυτός που θέλει να σχετισθεί πιο ουσιαστικά με τους άλλους και τελικά να χρησιμοποιήσει το σώμα και την ηδονή ως προγεύσεις της χωρίς τέλος ψυχοσυναισθηματικής διεύρυνσης του εαυτού, ως την βάση επίτευξης υπέρλογων επιθυμιών και βίωσης μεγαλύτερου βάθους αποκαλύψεων.
Πηγή: Γρηγόρης Βασιλειάδης – Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής, Διδάκτορας Ψυχολογίας
Σεξουαλικότητα
Οι ψυχολογικοί παράγοντες των σεξουαλικών διαταραχών
Ένα μεγάλο ποσοστό των σεξουαλικών διαταραχών έχει τις ρίζες του σε ψυχολογικούς και όχι οργανικούς/βιολογικούς παράγοντες, ειδικά όταν μιλάμε για ηλικίες κάτω των 50 ετών.
Καταρχάς είναι σημαντικό να αναφερθούν τα είδη των σεξουαλικών διαταραχών για τους άνδρες και τις γυναίκες. Μια σεξουαλική διαταραχή με ψυχολογικό υπόβαθρο μπορεί να παρουσιαστεί στο επίπεδο της σεξουαλικής επιθυμίας. Διαταραχή της σεξουαλικής επιθυμίας είναι η μειωμένη ή η πλήρης απουσία της νοητικής (π.χ. φαντασιώσεις) και της συναισθηματικής διάθεσης (π.χ. πάθος) εμπλοκής ενός άνδρα ή μιας γυναίκας σε οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη. Πολλές φορές μάλιστα μπορεί να δημιουργηθεί και σεξουαλική αποστροφή, όπου το άτομο αποφεύγει πλήρως κάθε σεξουαλικό ‘κάλεσμα’ ή ερέθισμα από τον/την σύντροφό του. Μια σεξουαλική διαταραχή μπορεί να παρουσιαστεί σε επίπεδο διέγερσης. Έχει να κάνει με τη αδυναμία απόκτησης ή διατήρησης της στύσης που παρατηρείται στους άνδρες και με την έλλειψη κολπικής εφύγρανσης στη γυναίκα. Τέλος, μια σεξουαλική διαταραχή με ψυχολογικό υπόβαθρο, μπορεί να αναπτυχθεί στο επίπεδο του οργασμού. Αυτό περιλαμβάνει την πρόωρη και ανεσταλμένη εκσπερμάτιση στους άνδρες και την έλλειψη οργασμού στις γυναίκες.
Ένας σημαντικός ψυχολογικός παράγοντας των σεξουαλικών διαταραχών είναι η οικογένεια και το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο έχει μεγαλώσει ένας άνδρας ή μια γυναίκα. Παράγοντες όπως είναι η αυστηρή ανατροφή από τους γονείς π.χ. «το σεξ είναι ανήθικο και επικίνδυνο», η ανεπαρκής και εσφαλμένη πληροφόρηση για το σεξ π.χ. «ένας άνδρας πρέπει να είναι πάντα έτοιμος για σεξ», οι διαταραγμένες σχέσεις των γονέων όπως η έλλειψη συναισθηματικής και σωματικής επαφής, καθώς και οι πρώιμες τραυματικές εμπειρίες όπως είναι η παιδική σεξουαλική κακοποίηση, είναι σημαντικοί πρώιμοι ψυχολογικοί παράγοντες που φαίνεται να ενοχοποιούνται για την ανάπτυξη ψυχοσεξουαλικών προβλημάτων στην ενήλικη ζωή.
Πολλές φορές τα σεξουαλικά προβλήματα αντανακλούν τις βαθύτερες συγκρούσεις που υπάρχουν σε μια σχέση/γάμο. Δηλαδή, μια στυτική δυσλειτουργία μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης επικοινωνίας και των έντονων τσακωμών του ζευγαριού ή της απουσίας σεξουαλικής επιθυμίας μεταξύ των συντρόφων. Πολλές φορές μάλιστα, αν υπάρξει βελτίωση των γενικότερων σχέσεων του ζεύγους, αποκαθίσταται ταυτόχρονα και η φυσιολογική σεξουαλική λειτουργία.
Το άγχος είναι ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες πυροδότησης και διατήρησης μιας ψυχοσεξουαλικής διαταραχής. Το άγχος παράγει ουσίες στο αίμα (αδρεναλίνη, νοραδρεναλίνη), οι οποίες φθάνουν στο πέος σε λίγα δευτερόλεπτα και προκαλούν σύσπαση των αρτηριών και διαστολή των φλεβών, με αποτέλεσμα τη χάλαση του πέους. Για παράδειγμα, ένα μεμονωμένο γεγονός μη απόκτησης ή διατήρησης της στύσης μπορεί να πυροδοτήσει έντονο άγχος επίδοσης ή φόβο αποτυχίας στον άνδρα. Το άγχος επίδοσης έχει να κάνει με την αγωνία της απόκτησης στύσης, της διατήρησης της στύσης, της ικανότητας οργασμού και της ικανοποίησης του/της συντρόφου. Το άγχος όμως φέρνει περισσότερο άγχος με αποτέλεσμα να μην μπορεί το άτομο να λειτουργήσει σεξουαλικά είτε σε επίπεδο επιθυμίας, είτε διέγερσης, είτε οργασμού.
Η κατάθλιψη είναι ένας ακόμα σημαντικός ψυχολογικός παράγοντας των σεξουαλικών διαταραχών. Όταν κάποιος υποφέρει από κατάθλιψη έχει χαμηλά επίπεδα ενέργειας, διάθεσης και ευχαρίστησης. Η κατάθλιψη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας λόγω της έλλειψης ευχαρίστησης και διάθεσης που διακατέχεται το καταθλιπτικό άτομο.
Tέλος, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στη σεξουαλική ζωή των ανθρώπων τις τελευταίες δεκαετίες. Για παράδειγμα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (περιοδικά, τηλεόραση) παρουσιάζουν την «τέλεια γυναίκα» που είναι πάντα προκλητική, θηλυκή, όμορφη, γυμνασμένη και έτοιμη να ανταποκριθεί σε κάποιο κάλεσμα, δημιουργώντας ένα ψεύτικο πρότυπο. Πολλές γυναίκες λοιπόν, αισθάνονται ότι μειονεκτούν όταν δεν μπορούν να ανταποκριθούν σ’ αυτό το ‘ιδανικό’ πρότυπο, με αποτέλεσμα να μην αισθάνονται άνετα με το σώμα τους και με τον σύντροφό τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν μπορούν να απολαύσουν την σεξουαλική επαφή και να νιώσουν άνετα με την σεξουαλικότητά τους. Έτσι εγκλωβίζονται μέσα σε έναν φαύλο κύκλο άγχους, κατάθλιψης και χαμηλής αυτοεκτίμησης που μπορεί να δημιουργήσει ακόμα και κάποια χρόνια σεξουαλική διαταραχή.
Από τον Δημήτρη Χαρμπίλα,
Συμβουλευτικό Ψυχολόγο, Γνωσιακό Συμπεριφορικό Ψυχοθεραπευτή,
Καθηγητή Κέντρου Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας & Συμβουλευτικής (Psychotherapia.gr)
Σεξουαλικότητα
Ψυχολογικά αίτια σεξουαλικών δυσλειτουργιών
Σε όλα τα στάδια της σεξουαλικής δραστηριότητας -επιθυμία, διέγερση, οργασμό, αποκατάσταση- μπορεί να προκύψουν δυσκολίες, έως και δυσλειτουργίες, που να οφείλονται σε αμιγώς ψυχολογικούς παράγοντες. Οι περισσότεροι άνθρωποι όμως δυσκολεύονται ιδιαίτερα στην κατανόηση της επίδρασης του ψυχολογικού παράγοντα στη σεξουαλική συμπεριφορά και τη συναισθηματική αντίδραση κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης.
Τις περισσότερες φορές αναζητείται μια οργανική αιτιότητα ή και ένα ιατρικό πρόβλημα που να ευθύνεται για τη συγκεκριμένη δυσκολία που αντιμετωπίζεται κατά τη σεξουαλική επαφή. Για παράδειγμα, η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας αναζητείται σχεδόν πάντα σε κάποια ορμονική διαταραχή, τα αίτια της στυτικής δυσλειτουργίας σε αντίστοιχα ορμονικά ή ουρολογικά προβλήματα κοκ.
Ο συναισθηματικός/ ψυχολογικός παράγοντας μοιάζει σχεδόν ‘αόρατος’, ‘αδιευκρίνιστος’, ‘μη συγκεκριμένος’ και επικρατεί μια τάση εστίασης του σεξ και των δραστηριοτήτων του σε αντίστοιχες σωματικές αντιδράσεις και καθαρά ανατομικές λειτουργίες.
Η εστίαση σε ένα συγκεκριμένο όργανο του σώματος, που ‘ευθύνεται’ για το σεξουαλικό πρόβλημα που αντιμετωπίζεται, φαίνεται πάντοτε πολύ πιο εύκολη και απλή. Το γεγονός αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα σε σεξουαλικές δυσλειτουργίες που αντιμετωπίζονται από άντρες, για τους οποίους η συσχέτιση της οποιαδήποτε ‘ευκολίας’ ή ‘δυσκολίας’ κατά τη διάρκεια της ερωτικής επαφής με τη λειτουργία του πολλαπλά συναισθηματικά επενδεδυμένου φαλλού είναι δεδομένη λόγω γνωστών ψυχολογικών και κοινωνιολογικών βιωμάτων.
Δύσκολα γίνεται κατανοητό ότι η λειτουργία των γεννητικών οργάνων, όπως και όλων των άλλων οργάνων του σώματος, ρυθμίζεται και επηρεάζεται καθοριστικά από αντίστοιχους συναισθηματικούς παράγοντες.
Είναι λοιπόν σημαντικός ο εντοπισμός των ψυχολογικών παραμέτρων που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία της σεξουαλικής πράξης και οι οποίοι, λόγω μη αναγνώρισης και επαρκούς διάγνωσης, δεν αντιμετωπίζονται πάντα με την κατάλληλη ψυχολογική/ ψυχοθεραπευτική παρέμβαση.
Τα ψυχολογικά αίτια των σεξουαλικών δυσλειτουργιών κατατάσσονται συνήθως σε τρεις ευρείς κατηγορίες:
Βαθύτερα Ψυχολογικά Αίτια
Σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση σεξουαλικών δυσλειτουργιών διαδραματίζουν τα βιώματα, οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις που έχει κάθε άνθρωπος για τη σεξουαλική ζωή, π.χ. η αυστηρή ανατροφή, τα ενοχικά βιώματα, η ελεύθερη επικοινωνία και έκφραση για αυτό το θέμα μέσα στην οικογένεια, οι αντιλήψεις των γονέων, εάν πίστευαν ότι το σεξ είναι κάτι ‘κακό’ ή βρώμικο, τα θρησκευτικά πιστεύω κλπ.
Οι παράμετροι αυτές επηρεάζουν καθοριστικά την ελευθερία που νιώθει το άτομο κατά τη σεξουαλική επαφή καθώς βέβαια και την τάση του να διεκδικήσει και να απολαύσει ικανοποίηση από την ερωτική ζωή. Οι φόβοι και οι αναστολές απέναντι στη σεξουαλικότητα ‘εκδηλώνονται’ καταρχήν στην αίσθηση του ίδιου του σώματος, την κίνησή του και παρεμποδίζουν σημαντικά την ελεύθερη έκφραση και επικοινωνία του.
Η ύπαρξη ενδοψυχικών συγκρούσεων διαδραματίζει επίσης καθοριστικό ρόλο και επηρεάζει σημαντικές ψυχικές λειτουργίες.
Το άτομο μπορεί να νιώθει ότι θέλει να εκφραστεί αλλά ότι αυτό είναι ‘κακό’ ή ‘μη αποδεκτό’, ή νιώθει σύγχυση σχετικά με τις επιθυμίες του και ότι αυτό που θέλει δεν είναι ξεκάθαρο και συγκεκριμένο. Η ενδοψυχική σύγκρουση προκαλεί σημαντικό άγχος, έντονα ψυχοσωματικά συμπτώματα που επηρεάζουν τη λειτουργία του σώματος, κατ’ επέκταση και των γεννητικών οργάνων και της λειτουργίας τους κατά την ερωτική επαφή.
Το άγχος ευνουχισμού αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενδοψυχικής σύγκρουσης δημιουργώντας σημαντική αναστολή και σημαντικό παράγοντα αιτιότητας πολλών σεξουαλικών δυσλειτουργιών που αντιμετωπίζονται από άντρες.
Συγκεκριμένες τραυματικές εμπειρίες παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην αναστολή του ατόμου κατά τη σεξουαλική επαφή, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης ή άλλης παρενόχλησης που έχει βιωθεί κατά την παιδική ή εφηβική ηλικία.
Σε αυτές τις περιπτώσεις το άτομο έχει βιώσει τη λανθασμένη αντίληψη ότι ‘το σώμα του δεν του ανήκει’ και επικρατεί μια βασική αίσθηση έλλειψης εμπιστοσύνης και ασφάλειας. Η αίσθηση αρνητικής εικόνας σώματος είναι επίσης χαρακτηριστική σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις.
Τέλος, προβλήματα συνυφασμένα με την προσωπικότητα, καθώς και χαρακτηρολογικές δομές της προσωπικότητας μπορεί να προκαλούν σημαντική αιτία αναστολής. Για παράδειγμα, άτομα με ψυχαναγκαστικά στοιχεία προσωπικότητας εκδηλώνουν έντονο βαθμό άγχους, προσεγγίζουν την ερωτική επαφή με έντονη αμφιθυμική διάθεση, τάση αυτοπαρατήρησης και αυτομομφής και δυσκολεύονται ιδιαίτερα να εκφραστούν ελεύθερα και να αφεθούν στα συναισθήματά τους.
Εμφανή Ψυχολογικά Αίτια
Προβλήματα σχέσης και επικοινωνίας ανάμεσα στο ζευγάρι παίζουν αναμφισβήτητα καθοριστικό ρόλο στη σεξουαλική του ζωή. Ζευγάρια στα οποία υπάρχουν διαρκώς διαφωνίες και εντάσεις, που οι δύο σύντροφοι είναι εχθρικοί και απορριπτικοί μεταξύ τους, που δεν εμπιστεύονται ή δεν εκτιμούν ο ένας τον άλλον και ο θυμός επικρατεί σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς τους, είναι αναμενόμενο ότι θα παρουσιάσουν προβλήματα και στη σεξουαλική τους ζωή.
Συνήθως, αυτό που παρατηρείται αρχικά είναι η απουσία επιθυμίας για επαφή, σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν και άλλες δυσλειτουργίες, όπως στυτική δυσλειτουργία ή πρόωρη εκσπερμάτωση στον άντρα, μη δυνατότητα διέγερσης ή οργασμού στη γυναίκα κλπ.
Σε αυτές τις περιπτώσεις παρατηρεί πραγματικά κανείς πώς η σεξουαλική δυσλειτουργία που παρουσιάζεται αποτελεί ‘καθρέφτη’ του προβλήματος που υπάρχει στη σχέση του ζευγαριού. Για παράδειγμα, η γυναίκα που δεν έχει οργασμό μπορεί ουσιαστικά να εκφράζει με αυτό τον τρόπο τη γενικότερη έλλειψη ικανοποίησης από το σύντροφό της και το συναισθηματικό ‘κλείσιμό’ της απέναντί του, ή ο άντρας που έχει πρόωρη εκσπερμάτιση μπορεί ασυνείδητα να μη θέλει να ικανοποιήσει τη σύντροφό του, επειδή κατά βάθος νιώθει εχθρικά μαζί της.
Τέλος, κάθε ζευγάρι ως ‘συναισθηματική οντότητα’ εξελίσσεται και αναπτύσσεται στο χρόνο. Υπό αυτή την έννοια μπορεί να αντιμετωπίζει και δυσκολίες ή προβλήματα που αφορούν τη φάση ζωής στην οποία βρίσκεται ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι.
Γνωστή εδώ είναι η ‘κρίση ηλικίας’ σε άντρες και γυναίκες, σεξουαλικά προβλήματα που αντιμετωπίζονται σε ζευγάρια που έχουν διαφορά ηλικίας, καθώς και συγκεκριμένα στάδια ζωής που διανύει το ζευγάρι, όπως, για παράδειγμα, η περίοδος λοχείας, η εμμηνόπαυση κλπ.
Μαθησιακά Ψυχολογικά Αίτια
Τα Μαθησιακά Ψυχολογικά Αίτια μπορεί να αφορούν την έλλειψη σεξουαλικής ενημέρωσης, διαπαιδαγώγησης ή και τη σεξουαλική εμπειρία των δύο συντρόφων. Συχνή είναι και η παραπληροφόρηση σχετικά με μύθους και εσφαλμένες πεποιθήσεις σχετικά με το σεξ.
Πολλοί ‘μύθοι’ σχετικά με θέματα του σεξ έχουν δημιουργήσει σημαντικές παρεξηγήσεις και, κατ’ επέκταση, δυσκολίες απόδοσης και ικανοποίησης κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Πολλά παραδείγματα σχετικών ‘μύθων’ μπορούν να αναφερθούν:
Για τις γυναίκες ότι: Η ‘φυσιολογική’ γυναίκα έχει οργασμό σε κάθε σεξουαλική επαφή. Υπάρχουν δύο είδη οργασμού, ο κολπικός που είναι φυσιολογικός και ‘ώριμος’ και ο κλειτοριδικός που δεν είναι. Η εγκυμοσύνη και ο τοκετός μειώνουν την ερωτική διάθεση της γυναίκας.
Η γυναίκα, όπως και ο άντρας, έχει εκσπερμάτιση. Οι σεξουαλικές επιθυμίες της γυναίκας δεν είναι τόσο δυνατές όσο του άντρα.
Για τους άντρες μπορούν να αναφερθούν τα ακόλουθα παραδείγματα: Ο άντρας είναι πάντα πρόθυμος και ‘έτοιμος’ για σεξoυαλική επαφή. Για έναν άντρα έχει σημασία μόνο η απόδοση στο σεξ. Ο ίδιος δεν θέλει να συμμετέχει συναισθηματικά.
Ο άντρας θέλει πάντα να παίρνει πρωτοβουλίες και αποβλέπει μόνο στη διείσδυση. Το ‘μέγεθος’ έχει μόνο σημασία. Μια αποτυχία στη στύση τα ‘χαλάει’ όλα. Κάθε σεξουαλική επαφή πρέπει να είναι πάντα λειτουργική και ‘επιτυχημένη’!
Σημαντικοί είναι επίσης και ορισμένοι εν δυνάμει λανθασμένοι τρόποι συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια της επαφής, οι οποίοι μπορούν να δημιουργήσουν δυσλειτουργίες. Ένας από αυτούς είναι η έντονη τάση αυτοπαρατήρησης κατά τη διάρκεια της επαφής και, παράλληλα, βέβαια αξιολόγησης των επιδόσεων.
Είναι σημαντική η προσπάθεια απόσπασης της προσοχής από την έντονη παρατήρηση του εαυτού και εστίασης εξ ολοκλήρου στις αισθήσεις και στην απόλαυση της στιγμής. Μια άλλη λανθασμένη τακτική αποτελεί η απαίτηση επαφής από το/ τη σύντροφό μας, αγχώνοντάς τον/ την με αυτόν τον τρόπο, ή αντίστοιχα αποδοχής συμμετοχής στη σεξουαλική δραστηριότητα επειδή το επιθυμεί ή το ‘απαιτεί’ εκείνος/ η, καταλήγοντας έτσι σε αίσθημα θλίψης ή θυμού στο τέλος της ερωτικής επαφής.
Συχνή είναι βέβαια και η υπέρμετρη εστίαση στην ικανοποίηση του/ της συντρόφου καταλήγοντας έτσι και πάλι στο αίσθημα ότι οι προσωπικές μας ανάγκες δεν έχουν ικανοποιηθεί και ότι το ταίρι μας τις αγνοεί.
Τέλος, το άγχος επίδοσης και ο φόβος αποτυχίας κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής είναι σημαντικοί ανασταλτικοί παράγοντες. Είναι σημαντική η προσέγγιση της σεξουαλικής επαφής χωρίς ‘άγχος αποτυχίας’ και χωρίς τη σωρεία αρνητικών σκέψεων και παρατηρήσεων που αναπόφευκτα καταστρέφουν την ευχαρίστηση που επικρατεί τη συγκεκριμένη στιγμή.
Το σεξ εξάλλου δεν αποτελεί μια πρακτική ή ‘μηχανική’ δραστηριότητα στην οποία αναμένεται ένα ‘καλό’ ή ‘κακό’ αποτέλεσμα! Το σεξ αποτελεί ίσως μια από τις λίγες δραστηριότητες στις οποίες το αποτέλεσμα δεν έχει καμία απολύτως σημασία!
Η σεξουαλική δραστηριότητα αποτελεί μια αμιγώς ψυχοσυναισθηματική λειτουργία. Η ψυχική ευεξία, η συναισθηματική κατάσταση, η αυτοεκτίμηση, η επικοινωνία αποτελούν την ‘ψυχή’ και, κατ’ επέκταση, την κινητήριο δύναμη της όλης διαδικασίας.
Ως εκ τούτου, η σεξουαλική δραστηριότητα επηρεάζεται από όλους εκείνους τους παράγοντες που θα μπορούσαν να διαταράξουν αυτή την ψυχική δυναμική και αλληλεπίδραση και να δημιουργήσουν μια κατάσταση άγχους, αμφισβήτησης, αρνητικής εικόνας, αυτοκαταστροφικών σκέψεων κοκ.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να αντιληφθούν ή και να κατανοήσουν αυτή τη δυναμική: ‘Μα αφού δεν νιώθω άγχος’, αναφέρεται συχνά. ‘Πώς μπορεί να είναι ψυχολογικό;’. Ή, σε άλλες περιπτώσεις, ‘Πώς είναι δυνατόν οι αρνητικές μου σκέψεις να μην με αφήνουν να φθάσω σε οργασμό;’.
Στη σεξουαλική δραστηριότητα όμως όλα ξεκινούν και καταλήγουν στον ψυχολογικό παράγοντα. Είναι σημαντικό να μην εστιάζουμε μόνο σε ό, τι είναι απτό και χειροπιαστό, σε ανατομικούς και βιοχημικούς παράγοντες προκειμένου για τη διευκρίνιση ή ερμηνεία μιας δυσκολίας μας στο σεξ.
Ο οργασμός, η επιτυχής στύση αλλά και όλες οι σχετικές σεξουαλικές λειτουργίες αποτελούν το αποτέλεσμα μιας καλής ψυχικής κατάστασης και όχι την προϋπόθεση επιτέλεσής της!
Πηγή: Τζελέπη Ειρήνη – Συμβουλευτική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Σεξουαλικότητα
Ποιοι ψυχολογικοί παράγοντες επηρεάζουν τη σεξουαλική επιθυμία;
Η σεξουαλική επιθυμία είναι η αρχή αλλά και το τέλος μιας σεξουαλικής επαφής, που οι δύο σύντροφοι λειτουργούν με την εικόνα που τους βάζει μέσα στο ρόλο «των εραστών». Όπως ήδη αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο, ο ρόλος της είναι απόλυτος και σημαντικός γιατί μέσα από την επιθυμία για σεξουαλική επαφή, αναπτύσσεται η σεξουαλική ζωή δύο ανθρώπων, τόσο κατά την περίοδο της γνωριμίας τους (κυρίαρχοι εραστές), όσο όμως και στην διαχρονική πορεία της βιωματικής σχέσης τους (σύντροφοι-εραστές).
Το συναίσθημα της επιθυμίας αυτονόητα εκφράζει το πόθο και την έλξη, δημιουργεί τη φαντασίωση και απλώνει τη σεξουαλική πράξη στο μυαλό και το σώμα των ανθρώπων που την νιώθουν και θέλουν να την εκφράσουν μεταξύ τους. Οσο όμως έντονη, θορυβώδης και παρορμητική είναι μέσα στη ζωή μας, άλλο τόσο έυκολα μπορεί να γκρεμιστεί και να χαθεί από πάρα πολλούς λόγους και παράγοντες που έχουν άμεση σχέση μαζί της. Δηλαδή, ψυχολογικοί και βιολογικοί μηχανισμοί πότε την μειώνουν και πότε την αναστέλλουν πλήρως. Και άλλοι πολλοί λόγοι, φαίνεται να την ενισχύουν και να την δυναμώνουν μέσα στη σχέση ή στην ατομική ζωή του καθενός μας.
Η εικόνα της σεξουαλικής επιθυμίας είναι το αλατοπίπερο ενός κουρασμένου δεσμού, που ψάχνει τη νοστιμιά μέσα στο ίδιο φαγητό ή ακόμη ψάχνει συνταγές που θα έχουν περισσότερο αλάτι και πιπέρι. Είναι όμως και το εισιτήριο εκείνου και εκείνης που θαυμάζει, εκστασιάζει και αποκαλύπτει τις βαθύτερες σεξουαλικές του ορμές σε κάποιον που μπαίνει ως στόχος στο μυαλό του και στις σεξουαλικές φαντασιώσεις του.
Ο άνθρωπος ο οποίος δεν εκφράζει σεξουαλική επιθυμία, φαίνεται ότι έχει χάσει τη συναισθηματική του ταυτότητα και μάλλον έχει συγκεκριμένο λόγο που τον κλείδωσε σεξουαλικά. Και τα δύο φύλα επιθυμούν περίπου το ίδιο, το εκφράζουν όμως με διαφορετικό τρόπο, όπως δίνουν και διαφορετική αξία ως προς την αντίληψη και την διάθεση για σεξουαλική αναζήτηση και επαφή.
Στη σεξουαλική μας ζωή, η επιθυμία είναι το πρώτο βήμα της ψυχοσεξουαλικής ωριμότητας που γίνεται περισσότερο πραγματικό και αντιληπτικά βιώσιμο με το κλείσιμο της εφηβείας και το άνοιγμα της ενήλικης σεξουαλικής ζωής. Το παιδί δεν μπορεί να εκφράσει σεξουαλική επιθυμία γιατί δεν είναι ικανό να αισθανθεί τη σεξουαλική έλξη ως συγκεκριμένη αντίληψη των αισθήσεών του, ενώ αντιλαμβάνεται τους σεξουαλικούς ερεθισμούς στο σώμα του, που το ψάχνει από περιέργεια και εισπράττει την ηδονή ως στοιχείο τυχαίας αναζήτησης. Ο ενήλικας έχει πλήρη εικόνα των σεξουαλικών του αισθήσεων, που από την αυνανιστική περίοδο της εφηβείας, έχει οργανώσει σεξουαλικές φαντασιώσεις και οργασμικές κορυφώσεις, που του ενισχύουν τη σεξουαλική στόχευση ως αναγκαία και επιθυμητή, αποτέλεσμα της επιβεβαίωσης μέσα από την ηδονή και τον οργασμό.
Πιο απλά, ο άνθρωπος μαθαίνει να επιθυμεί, να έλκει και να έλκεται, επικοινωνόντας με τις βασικές αντιληπτικές αισθήσεις του (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή), βιώνοντας συνεχώς θετικά μηνύματα που ανταλλάσσει με έναν άλλον άνθρωπο, διαμορφώνοντας έτσι το σεξουαλικό του πρότυπο αλλά και τον σεξουαλικό του προσανατολισμό.
Η επιβεβαίωση της αυτοδιάθεσής του, σηματοδοτεί την επιθυμία του, που φαίνεται να συσχετίζεται με την εγγραφή της οικογένειάς του (ο τρόπος που μεγάλωσε, τα μηνύματα που εισέπραξε για την σεξουαλικότητα και την σχέση των δύο φύλων), το περιβάλλον της μικρής και μεγάλης κοινωνίας που ανατράφηκε, η σχολική του εκπαίδευση, η γενικότερη παιδεία του και βεβαίως, η προσωπικότητά του και ο ρόλος της ζωής όπως τον βιώνει και τον αντιλαμβάνεται σήμερα.
Ένας άνθρωπος που μεγάλωσε σε ένα αυστηρό περιβάλλον με τιμωρητικούς κώδικες και ενοχικά συναισθήματα γι αυτό που επιθυμεί και αισθάνεται, είναι φυσικό κάθε φορά που επιθυμεί κάτι που το θεωρεί απαγορευμένο, να γεμίζει με φόβο και ενοχές και έτσι να το απωθεί, αποκλείοντας τον εαυτό του από αυτές τις συναισθηματικές εκφράσεις.
Είναι γνωστό στο χώρο της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής, ότι η σεξουαλική επιθυμία συσχετίζεται άμεσα με την ψυχική κατάσταση του ανθρώπου, που όταν αυτή είναι ασταθής, καθηλωμένη σε αρνητικά πρότυπα ή έχει εμπλακεί σε ψυχικές διαταραχές, τότε δεν μπορεί να εκφραστεί και κατ’ επέκταση να προκαλέσει το ενδιαφέρον σε κάποιον άλλον άνθρωπο, αφού είναι πλήρως ανεσταλμένη.
Συγκεκριμένα, ο σημερινός τρόπος ζωής φαίνεται να απειλεί τη ψυχική διάθεση της σεξουαλικής επιθυμίας, με πρωταγωνιστή το άγχος, τις φοβικές συμπεριφορές των ανθρώπων μέσα στη κοινωνία, την κατάθλιψη που απειλεί σχεδόν το 10% των ανθρώπων και κυρίως τη γυναίκα, αλλά και άλλες ψυχολογικές επιδράσεις, όπως είναι το πένθος, η ματαίωση της επαγγελματικής αποτυχίας, η οικονομική δυσπραγία, αλλά και η απαιτούμενη προσδοκία που δεν ευοδώθηκε.
Κυρίαρχο μέρος της σεξουαλικής επιθυμίας συσχετίζεται άμεσα με τη διαπροσωπική μας ζωή, τη ζωή του γάμου μας και τη στάση του συντρόφου μας μέσα στην καθημερινή ζωή μας. Πολλοί άνθρωποι παραπονιούνται για έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας, θέλοντας να εκφράσουν τη κακή σχέση που έχουν με τον σύντροφό τους, τη συγκρουσιακή εικόνα που βιώνουν μεταξύ τους, πληρώνοντας το τίμημα στο ερωτικό τους κρεβάτι. Αντί όμως να αντιληφθούν την συντροφική τους ασυνεννοησία, κατηγορούν ο ένας τον άλλον για σεξουαλική αδιαφορία όπου σε πολλές περιπτώσεις φτιάχνουν και σενάρια εξωσυζυγικών σχέσεων και δήθεν την ύπαρξη άλλων ανθρώπων που τους έκλεψαν το σεξ. Αυτό φαίνεται να τους θορυβεί περισσότερο, βλέποντας τη σεξουαλική τους απομάκρυνση, πιστεύοντας ότι το πρόβλημα είναι αυτό, ενώ βέβαια η σχέση τους βρίσκεται σε πλήρη τρικυμία ή απόλυτη σιγή, αφήνοντας το σεξ παγερά αδιάφορο, χωρίς ενδιαφέρον, πρόκληση και έλξη σεξουαλικής επαφής. Ακόμη, ο γάμος ο ίδιος με την πάροδο του χρόνου «φιλικοποιεί» τους συντρόφους-συζύγους, αφαιρώντας τη σεξουαλική φαντασίωση μεταξύ τους ενώ παράλληλα δημιουργεί την πλήξη και την μονοτονία που δεν ευοδώνει το σεξουαλικό σκηνικό και δεν αφήνει περιθώρια «ανατροπής» της ίδιας εικόνας. Οι σύζυγοι που μέσα στα χρόνια παλιώνουν σαν το παλιό κρασί, δεν φαίνεται να γεύονται τη σεξουαλικότητά τους, παρ’ όλο που η διατήρησή της αποτελεί ισχυρό συστατικό του ενδιαφέροντος του ενός προς τον άλλον και της διατήρησης των προτύπων άνδρας και γυναίκα. Η μονιμότητα της συζυγικής ζωής ελαχιστοποιεί το κυνήγι του σεξουαλικού πόθου και η απομυθοποίηση των εικόνων μέσα στην καθημερινότητα, σκοτώνει την σεξουαλική επιθετικότητα και κυρίως την πρωτοβουλία για διεκδίκηση της σεξουαλικής πράξης. Βέβαια δεν αποτελεί μοιραίο γεγονός η χρονική πορεία του γάμου προς τη σεξουαλική επιθυμία, αν οι δύο σύντροφοι που ξεκίνησαν ως εραστές τη σχέση τους φροντίσουν να είναι επιθυμητοί, όχι μόνιμοι ως δημόσιοι υπάλληλοι μέσα στο γάμο τους και καταφέρουν να διαχωρίσουν τη σεξουαλική τους έκφραση από το γονεϊκό τους ρόλο. Η ψυχική σιγή των κουρασμένων συντρόφων του γάμου είναι ο βασικός θάνατος της σεξουαλικής επιθυμίας, ενώ αντίθετα το συνεχές φλερτ και το παιχνίδι της υπόσχεσης «για κάθε φορά που θα βρισκόμαστε θα το απολαμβάνουμε περισσότερο» είναι τα δύο αντίθετα πρόσωπα μιας σεξουαλικής επιθυμίας που από τη μία έχει τελειώσει για τα καλά, ενώ από την άλλη φαίνεται να τροφοδοτεί το ενδιαφέρον της σεξουαλικής μας ζωής.
Το ζευγάρι που φροντίζει να έχει το χρόνο του και το ραντεβού του απολαμβάνοντας προσωπικές βραδιές χωρίς φίλους και συμβούλους, μπορεί να αισθάνεται καλά και να βιώνει το ρόλο του σε όλες τις φάσεις της ζωής του. Η σεξουαλική επιθυμία συσχετίζεται άμεσα με την ωριμότητα του ζευγαριού και την ανάγκη όχι «να χρεώνω εσένα που δεν κάνουμε συχνά σεξ» αλλά να αναζητά ο καθένας μέσα από τον εαυτό του τι μπορεί να κάνει για να γίνει περισσότερο επιθυμητός και διαθέσιμος, προκαλώντας τις ορέξεις του συντρόφου του.
Το ρητό «τρώγοντας έρχεται η όρεξη», ταιριάζει απόλυτα με τη σεξουαλική μας επιθυμία, αφού όσο την προκαλούμε, τόσο και αυτή με τη σειρά της θα μας χορταίνει καλά. Συστατικό της επιθυμίας στη ζωή του μόνιμου ζευγαριού, είναι και η ζήλια. Δηλαδή, εκείνη η κατάσταση που δείχνει θαυμασμό και ενδιαφέρον για το σύντροφό μου, θυμίζοντάς μου ότι «οφείλω να τον προσέχω και να του δείχνω ότι τον θέλω», ενώ παράλληλα είμαι και εγώ επιθυμητός από αυτόν. Η ζήλια δεν πρέπει να συγχέεται με τη ζηλοτυπία που είναι μια παθολογική κατάσταση ζήλιας, δημιουργώντας παρανοϊκά σενάρια απιστία και απάτης που κατατρώγουν το μυαλό εκείνου που τα παράγει, οδηγώντας τον πολλές φορές σε ακραίες, βίαιες καταστάσεις, φτάνοντας ακόμη και στον φόνο του άπιστου ή του εραστή (παρανοϊκή κατάσταση).
Δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την επίδραση της σεξουαλικής επιθυμίας σε σχέση με την εγκυμοσύνη που η γυναίκα βιώνει κατά την κυοφορία της και τα συναισθήματα που έρχονται μέσα από αυτήν. Είναι γεγονός ότι η περίοδος της εγκυμοσύνης μπορεί να μεταβάλλει τη σεξουαλική διάθεση μιας γυναίκας που στο μεγαλύτερο ποσοστό δεν φαίνεται να την μειώνει αλλά αντίθετα να την αυξάνει. Η μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας ακόμη και η αναστολή της κατά περιόδους, κυριαρχεί στη περίοδο του θηλασμού και της λοχείας, που η ορμονική κατάσταση την βάζει σε δεύτερη μοίρα ή και σε φάσεις ζωής της γυναίκας που ο ερχομός του παιδιού της απορροφά σημαντική ενέργεια υπερπροστασίας και κτητικής υπερβολής της.
Παρατηρεί κανείς πόσο εύκολα μπορεί να χαλάσει η σεξουαλική μας επιθυμία και να δημιουργήσει ερωτηματικά, απορίες αλλά και φόβους, απειλώντας τη σεξουαλική μας ζωή και κυρίως τη διάθεση του ανθρώπου να έχει σεξουαλική συμπεριφορά με έναν άλλον άνθρωπο, κυριαρχώντας το μοντέλο της αποφυγής, εκλογίκευσης και άρνησης της σεξουαλικότητάς μας. Σημαντικοί παράγοντες που επιδρούν στη σεξουαλική μας επιθυμία, συσχετίζονται με τη βιολογική μας κατάσταση, προβλήματα και νοσήματα που αφορούν το σώμα μας, αλλά και φάρμακα που μπαίνουν μέσα στη ζωή μας μακροχρόνια και συστηματικά.
Για να γίνει πιο κατανοητό, πως η σεξουαλική επιθυμία συσχετίζεται άμεσα με τον τρόπο της ζωής μας, θα αναφερθώ παρακάτω σε συγκεκριμένες καταστάσεις που την μειώνουν ή την αναστέλλουν.
Σεξουαλική διάθεση: Άγχος, κατάθλιψη, ουσίες και τρόπος ζωής
Η Φροϋδική ερμηνεία που αναφέρεται στο άγχος της ανθρώπινης κοινωνίας να καλύπτει το 10% των ανθρώπων, σήμερα ωχριά αφού είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι ο ένας στους τέσσερις ανθρώπους, που ζει και λειτουργεί στους σύγχρονους ρυθμούς, εκφράζεται με αγχωτικό τρόπο και αντιδρά εκρηκτικά σε πολλές ψυχοπιεστικές συνθήκες της ζωής του. Άγχος και κατάθλιψη είναι πράγματι τα μεγάλα τιμήματα της σημερινής ζωής, ώστε να αποτελεί πλέον το βασικό ψυχικό πεδίο στη διαφυλική επικοινωνία. Η σεξουαλική έκφραση δηλητηριάζεται από την αγχωτική-καταθλιπτική εικόνα, που κυρίως προσβάλλει την αστική δομή της κοινωνίας με ηλικιακή κορύφωση στη δεκαετία των 40-50 χρόνων και για τον άνδρα και για τη γυναίκα.
Το ψυχικό κόστος στο κυνήγι της επιτυχίας, της επιβεβαίωσης αλλά και της φοβίας στη πιθανότητα του λάθους, ενεργοποιούν αγχωτικούς μηχανισμούς με πολλά ψυχικά και σωματικά συμπτώματα με εξέχοντα, τη διαταραχή του ύπνου και της διάθεσης (ψυχικό), την κεφαλαλγία και τους διάχυτους σωματικούς πόνους (σωματικό), οδηγώντας το σύγχρονο άνθρωπο στα φάρμακα που κάθε τόσο καταναλώνει, διορθώνοντας αυτά που τον ενοχλούν.
Γκρίζο χρώμα αυτής της εικόνας, είναι η μεγάλη κατανάλωση των ηρεμιστικών και αγχολυτικών χαπιών (υπάρχουν σαφείς ενδείξεις χορήγησης αγχολυτικών και αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, που ο ιατρός χορηγεί με σκοπό να αναστείλει το άγχος που απορυθμίζει και μεταβάλλει τη ζωή του ανθρώπου που υποφέρει ή που έχει βυθιστεί σε μια καταθλιπτική συμπεριφορά ή σε μια φοβία που του αλλοιώνει τη ζωή), η απομάκρυνση της φυσικής άσκησης και της καλής διατροφής, η βουλιμική πολυφαγία αλλά και η βιταμινοφαγία που συνοδεύονται από την αυξημένη κατανάλωση νικοτίνης, καφέ και αλκοόλ, φτιάχνοντας το παζλ της δυστυχίας που εξαργυρώνεται με τα περισσότερα ευρώ του κέρδους και την αύξηση περιττών αναγκών, της καταναλωτικής ζωής.
Όλα αυτά μαγειρεύουν το άνοστο φαγητό της γεύσης που προκαλεί αποστροφή για τη σεξουαλική επαφή, μη δημιουργώντας σεξουαλικές αισθήσεις και μη προκαλώντας σεξουαλική επιθυμία, τόσο στον εαυτό μας, όσο και στον σύντροφό μας. Γιατί αυτός ο εκρηκτικός ρυθμός της ζωής, χαλάει το κέφι να φτιάξουμε τη διάθεση που θα μας φέρει κοντά σε ένα σκηνικό περιβάλλον, που απειλείται από τα πολλά ρολόγια που είναι δίπλα μας, ψηφιακά και μη, και τα φρικτά ξυπνητήρια που ανελέητα μας θυμίζουν το ότι κοιμηθήκαμε λίγες ώρες.
Η σεξουαλική επιθυμία θυσιάζεται ουσιαστικά και από το άγχος όχι μόνο του χρόνου που μας πνίγει, αλλά και από τις συνήθειες που έχουμε βάλει μέσα στη ζωή μας και που εθιζόμαστε με αυτές για να συνυπάρχουμε. Η τηλεόραση είναι ένας σημαντικός παράγοντας που αφαιρεί τη σεξουαλική διάθεση αφού βαριόμαστε να προκαλέσουμε τις εικόνες μεταξύ μας που πλούσια και άπλετα μας προσφέρει εκείνη, μέχρι το ροχαλητό να σημάνει το βύθισμα στον ύπνο από τη κούραση της ημέρας. Και οι δυο στο κρεβάτι μας ταξιδεύουμε σε όνειρα και φαντασιώσεις ανομολόγητες, που όμως μας δίνουν την αίσθηση ότι πρέπει κάτι να αλλάξει. Ίσως να υπάρχει το μήνυμα ενός μύθου που η σεξουαλική επικοινωνία χρειάζεται, που έρχεται μέσα στο όνειρο και που φεύγει μέσα στη πράξη.
Η εικόνα των συνηθειών που αφαιρεί τη σεξουαλική επιθυμία στη σχέση που ζει καθημερινά, πολλές φορές εμπλουτίζεται από ακουστικές, οπτικές, οσφρητικές, ακόμη και απτικές αισθήσεις που διώχνουν τη μαγεία, τη γοητεία και την έλξη της σωματικής πρόκλησης, απομυθοποιώντας αυτό που μας έφερε κοντά, μας προκάλεσε το σεξουαλικό ενδιαφέρον και έξαψε τις σεξουαλικές φαντασιώσεις μας.
Η αναγκαιότητα των καθημερινών πρακτικών αναγκών, ισοπεδώνει το απόκρυφο και το μοναδικό, που ο καθένας μας οφείλει να κρατάει καλά κλειδωμένο μακριά από τον άλλον, προκαλώντας την αποστροφή και την αποφυγή μιας σωματικής έλξης, όταν η σεξουαλική επιθυμία στην οργάνωσή της καθηλώνεται από εικόνες και σκηνές που έχει βιώσει ο ένας αρνητικά από τον άλλον. Βασικός άξονας αυτής της λειτουργίας της ανθρώπινης συμπεριφοράς που συνδέεται άμεσα με τη σεξουαλική επιθυμία, είναι η βιολογική υγιεινή, η επιμελής φροντίδα του σώματος και η αισθητική αρμονία που οφείλει τόσο ο ένας όσο και ο άλλος, να διατηρεί μέσα στη καθημερινή του εικόνα.
Αντιλαμβάνεται κανείς την πολυπαραγοντική παρέμβαση απέναντι στη σεξουαλική μας έκφραση, το πόσο οδηγούμαστε σε «τεχνητά φτιαξίματα», σε γρήγορες και καταναγκαστικές απαιτήσεις της σεξουαλικής μας διάθεσης, την αμηχανία ή το φόβο που προκαλεί η έλλειψή της, η αύξηση της αυνανιστικής διάθεσης που κλέβει την παράσταση από την ερωτική ζωή του ζευγαριού, τη γρήγορη παραίτηση και την άσχημη εικόνα που έχουμε ο ένας για τον άλλον, καθώς επίσης και η εύκολη εχθρότητα που αναπαραγάγεται μεταξύ μας, το αποτέλεσμα να είναι η ακύρωση της σεξουαλικής μας επιθυμίας, που εμπλέκεται με όλα αυτά που σιγά σιγά την βυθίζουν μέσα στην άχρωμη εικόνα του μυαλού μας.
Δυστυχώς δεν είναι λίγες οι φορές που την αναζητήσουμε αλλού, πιστεύοντας ότι εκεί θα βρούμε αυτό που χάσαμε, ότι είναι καλύτερο αυτό που έχουμε, μπαίνοντας στη ψευδαίσθηση μιας πραγματικότητας που όμως μας απομακρύνει από αυτόν που επιλέξαμε.
Ο σημερινός άνθρωπος εγκλωβισμένος περισσότερο μέσα στις ανάγκες των απαιτήσεών του, χάνει τις επιθυμίες του, οδηγείται σε ουσίες που παραμυθιάζουν το μυαλό του και κυνηγάει σκιές που δεν του δείχνουν το αληθινό του πρόσωπο. Χωρίς αμφιβολία η σεξουαλική επιθυμία είναι η μία πλευρά αυτού του προσώπου.
Πηγή: Κωνσταντίνος Ρόκκας,
Χειρούργος Ουρολόγος-Ανδρολόγος, υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών,
επιστημονικός συνεργάτης της Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
πρώην Ταμίας της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας και μέλος σημαντικού αριθμού επιστημονικών εταιρειών.
health.in.gr